- Ἀμμωνιακῇ
- ἈμμωνιακόςZeusfem dat sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ἀμμωνιακή — Ἀμμωνιακός Zeus fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
άζωτο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Ν. Ανήκει στην πέμπτη ομάδα του περιοδικού συστήματος και έχει ατομικό αριθμό 7 και ατομικό βάρος 14,008. Οφείλει το όνομά του (α στερητικό + ζωή) στο ότι δεν συντελεί στην αναπνοή και συνεπώς δεν διατηρεί τη ζωή. Το… … Dictionary of Greek
βεταΐνη — Χημική ένωση που παράγεται από το αμινοξύ, γλυκόκολλα, με αντικατάσταση των τριών ατόμων υδρογόνου της αμινικής ομάδας της με τρία μεθύλια. Χημικός τύπος: (CH3)3 – N+ – CH2 – COO– . Στη β. η αμμωνιακή ομάδα αντιδρά με το καρβοξύλιο του ίδιου… … Dictionary of Greek
Σάμνερ, Τζαίημς Μπάτσελερ — (Sumner). Αμερικανός βιοχημικός (Κάντον, Μασαχουσέτη 1887 Μπούφαλο 1955). Πήρε το δίπλωμα του το 1912 στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και έγινε καθηγητής της βιοχημείας πρώτα στην Ιατρική Σχολή και αργότερα στη Γεωργική του πανεπιστήμιου Κόρνελ,… … Dictionary of Greek